ΛΟΥΚΑ Ζ’ ΚΥΡΙΑΚΗ
Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί,
Σήμερα έβδομη Κυριακή των Ευαγγελίων του Ευαγγελιστού Λουκά, τον ακούμε να μας περιγράφει με τον λεπτομερειακό αποστολικό του λόγο δύο υπέροχα γεγονότα που συνέβησαν κατα τη διάρκεια μιας μέρας της ζωής του Κυρίου μας πάνω στην γη την ίαση της αιμορροούσης γυναικός και την ανάσταση της κόρης του Ιάειρου . Ο Χριστός μας, όταν τον έδιωξαν από τον τόπο τους οι Γαδαρηνοί, ξαναγύρισε στην περιοχή της Καπερναούμ όπου τον ανέμεναν αμέτρητα πλήθη ανθρώπων, άλλοι για να τους θεραπεύσει και άλλοι για να ακούσουν τον λόγο Του. Ανάμεσα τους ήταν και ένας άρχοντας της τοπικής Συναγωγής με το όνομα Ιάειρος, που στα ελληνικά μεταφράζεται Φώτιος, ο οποίος είχε μια άρρωστη μονάκριβη δωδεκάχρονη κόρη, που κόντευε να πεθάνει. Η πραγματικότητα του επικείμενου θανάτου του παιδιού του, το φάσμα του θανάτου, και η πατρική του αγάπη που ήταν πολύ δυνατή, επέδρασαν τόσο πάνω στον άρχοντα αυτόν τον Αρχισυνάγωγο ώστε με πόνο ψυχής έπεσε στα γόνατα μπροστά στον Ιησού και Τον παρακάλεσε να σώσει το παιδί του. Η αρρώστια και ο θάνατος λυγίζουν και τον πιο σκληρόκαρδο άνθρωπο και ξεσκεπάζουν την αδυναμία του και την απομάκρυνση του απο τον Θεό.
Ο Χριστός μας ο Οποίος με όσα έκανε τότε και κάνει ακόμα γιά μας, απέδειξε την αμέτρητη αγάπη του Θεού για το ανθρώπινο γένος, και δέχθηκε να πάει στο σπίτι του Ιάειρου για να σώσει το παιδί του. Οπως πήγαιναν εκεί, συνοδεύοντουσαν απο αμέτρητα πλήθη ανθρώπων που τους έσπρωχναν και τους συνέθλιβαν καθώς τους ακολουθούσαν με περιέργεια για να δουν τί θα συμβεί. Ανάμεσα τους ήταν και μια ψυχή πονεμένη, μια γυναίκα που αιμορραγούσε πάνω απο δώδεκα χρόνια και ποθούσε πολύ να βρεί την υγεία της, να γιατρευτεί. Οι κοινωνικοί και θρησκευτικοί κανόνες της εποχής εκείνης κατέτασσαν την γυναίκα αυτή στους ακάθαρτους ανθρώπους και της απαγόρευαν να εισέρχεται στον Ναο ή να αγγίζει τους άλλους. Η απελπισία της όμως μετασχηματίσθηκε σε τόλμη και ελπίδα σωτηρίας, γι’αυτό ανακατεμένη με το πλήθος, πλησίασε και ακούμπησε την άκρη του χιτώνα Του Χριστού με πίστη στο θαύμα και αμέσως «έστη η ρύσις του αίματος αυτής». Ο Κύριος, ο Οποίος δεν στέκεται στο γράμμα του Νόμου όπως οι Φαρισαίοι αλλά στο νόημα του Νόμου, αποδέχθηκε την τολμηρή κίνηση της γυναίκας και την επήνεσε, την ονόμασε θυγατέρα Tου και της χάρισε πέρα απο την ίαση και την ειρήνη Του. Ετσι η γυναίκα αυτή, η μετέπειτα Αγία Βερονίκη όπως μας λέει ο Συναξαριστής, απέκτησε με την μεγάλη της πίστη την ένωση της με τον Χριστό, έγινε μέλος της πρώτης Εκκλησίας και από ευγνωμοσύνη προς τον Κύριο εφιλοτέχνησε τον αδριάντα Του και τον έστησε μπροστά στο σπίτι της για να προσκυνείται από όλους. Με ένα βότανο δε που φύτρωσε στην βάση του ανδριάντα εθεράπευε διάφορες ασθένειες στο όνομα του Κυρίου.
Μετά τη θεραπεία της αιμορροούσης ο Χριστός έφθασε στο σπίτι του Ιάειρου όταν πλέον το κορίτσι είχε πεθάνει και όλοι την θρηνούσαν. Τότε ο Ιησούς είπε: «Μην κλαίτε, δεν πέθανε, κοιμάται». Να γιατί η Εκκλησία λέγει Κοιμητήρια τα Νεκροταφεία, βασίζεται στον λόγο του Κυρίου ο οποίος ζήτησε από τους συγγενείς εκείνης της κόρης να παύσουν να κλαίνε με απελπισία, γιατί με την ενανθρώπιση Του ο θάνατος έχασε την πραγματική του σημασία, έγινε ένας ύπνος μέχρι την ημέρα της Αναστάσεως των νεκρών.
Οι άλλοι όμως, οι παριστάμενοι, μόλις Τον άκουσαν άρχισαν να Τον περιγελούν, γι’αυτό και ο Κύριος τους απέκλεισε και δεν τους άφησε να παρακολουθήσουν το μέγα θαύμα της Αναστάσεως της νεκρής. Πήρε μαζί Του στο δωμάτιο μόνο τους γονείς του παιδιού και τους τρεις μαθητές, τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη. Εκεί μέσα τότε πιάνοντάς την από το χέρι, κάλεσε την νεκρή κόρη να σηκωθεί λέγοντας: «Η παις εγείρου». Και εκείνη σηκώθηκε αμέσως, «επέστρεψε», όπως λέει το ευαγγέλιο «το πνεύμα της», που σημαίνει ότι η ψυχή βγαίνει από το σώμα και έχει αυτοσυνειδησία, και υπάρχει, και σκέπτεται, και αισθάνεται. Με το θαύμα αυτό που επετέλεσε ο Κύριος, μας έδειξε ότι είναι ο νικητής του θανάτου. Το νόημα των θαυμάτων των νεκραναστάσεων της κόρης του Ιάειρου, της χήρας της Ναϊν, και του Αγίου Λαζάρου είναι η προαγγελία της εσχατολογικής καταστάσεως, όπου θα καταργηθεί τελείως ο θάνατος στη Δευτέρα Παρουσία.
Αδελφοί μου, για να συναντηθεί ο άνθρωπος με τον Θεό απαιτείται πίστη, θάρρος και τόλμη όπως στην περίπτωση της αιμορροούσης γυναικός. ΄Οταν έλθη η Θεία Χάρις ο άνθρωπος αισθάνεται ότι απαλάσσεται από τις ενέργειες των παθών που δρούσαν μέσα του και τον βασάνιζαν, παύει να ενεργεί μέσα του ο νόμος της αμαρτίας και γίνεται Υιός του Θεού κατά Χάριν. Γι’αυτό ας ακούσουμε τι μας λέει ο Άγιος Θεοφύλακτος, Αρχιεπίσκοπος Βουλγαρίας πάνω στο σημερινό Ευαγγέλιο:
«Η αιμορροούσα αντιπροσωπεύει κάθε ανθρώπινη ψυχή που αναβλύζει αιματηρές και δολοφονικές αμαρτίες. Διότι κάθε αμαρτία είναι δολοφόνος και σφαγέας της ψυχής. Οταν λοιπόν μια τέτοια ψυχή ακουμπήσει το ένδυμα του Ιησού, όταν δηλαδή ακουμπήσει στην Ενσάρκωση Του πιστεύοντας ότι ο Υιός του Θεού φόρεσε σάρκα ανθρώπινη, τότε η ψυχή θεραπεύεται. Και αυτό είναι δυνατόν ακόμη και άν η ψυχή είναι ο άρχων της Συναγωγής, δηλαδή άν κανείς έχει νουν ο οποίος άρχει πάνω σε πολλά υλικά αγαθά τα οποία μάζεψε μέσα στην απληστία του. Τότε η κόρη αυτού του νοός, η σκέψις, είναι άρρωστη. Αλλά αρκεί μόνον ο νους να απευθυνθεί και να καλέσει τον Ιησού και να πιστέψει σ’Αυτόν, και τότε η σκέψη του θα θεραπευθεί».
Αδελφοί μου, αν θέλουμε μπορούμε και εμείς να ακουμπήσουμε στον Ιησού Χριστό, ακόμη και να Τον τοποθετήσουμε μέσα μας. Μπροστά μας, πάνω στην Αγία Τράπεζα είναι τοποθετημένο το Σώμα του Κυρίου. Ο καθένας μας έχει κάποια ασθένεια ψυχική ή σωματική. Αν προσέλθουμε στο Άγιο Ποτήριο με την καρδιά μας, άξια προετοιμασμένοι, και με βαθειά πίστη πως η Χάρις του Ιησού Χριστού μπορεί να τα θεραπεύσει όλα και να συγχωρήσει τις αμαρτίες μας, τότε θα Τον ακούσουμε να μας λέει: «Θάρσει, η πίστης σου σέσωκέ σε, πορεύου εν ειρήνη».
Πρωτοπρεσβύτερος, π. Κωνσταντίνος Μανέτας
LUKE’S 7th SUNDAY
Dear Brothers and sisters in Christ,
Today is the Seventh Sunday of Luke’s Gospel readings, and we hear him describe to us in detail two amazing events that took place during our Lord’s life on earth, the cure of the bleeding woman and the raising of Jairus’ daughter. After Jesus Christ was no longer welcomed by the Gadarenes, He returned to the area of Capernaum where He was met by countless people who had come to listen to His Word or to be cured of their ailments. One of the men in the crowd was the ruler of the local synagogue, Jairus whose name in Greek is Fotios. Jairus had an only child, a twelve year old daughter who was very sick and who was about to die. The reality of his daughter’s imminent death, his knowledge of the irreversibility of death, and his fatherly love were so powerful over this man, who with great pain in his soul fell onto his knees in front of Christ and begged him to save his child. Sickness and death can change even the most coldhearted man and reveal his weakness and his detachment from God.
Our Christ, who has demonstrated to us God’s love for humanity through all the miracles He has performed through the ages, agreed to go to Jairus’ house to cure his child. As they were heading there, the crowds that had gathered were following them with curiosity to see what will happen.
In between the crowds there was another pained soul, a woman who had a constant flow of blood for twelve years and who was desperate for a cure. The social and religious rules of her time declared this woman unclean and forbid her from entering into the Templeor to touch anyone. Her desperation however had been converted to courage and hope for salvation and as she was walking with the crowd she came close to Christ and touched His garment with faith for a miracle. Our Lord who goes beyond the Mosaic Law, honored the courage of the woman and commended her and named her His daughter and graced her with cure and His Peace. And thus, this woman who has ever since been known as Saint Veroniki, obtained through her strong faith her union with Christ and became a member of the First Church, and out of her gratitude towards our Lord she crafted His statue and placed it in front of her house, so that people could continue to worship Him. And when a herb grew at the base of the statue, Saint Veroniki used it to cure various diseases in the name of our Lord.
After the bleeding woman’s cure, Jesus reached the house of Jairus where by now the girl was dead and everyone was mourning her. Then Jesus said: "Do not weep, she is not dead but sleeping". That is why our Church calls the Graveyards Cemeteries, -from the greek word Κοιμητήρια, meaning a place where people sleep-. Our faith takes literally the words of our Lord and teaches that after His Incarnation death has lost its true meaning, becoming a sleep until the day of the Resurrection of the dead. Those present however, once they heard Him started to laugh and ridiculed Him, and therefore were excluded by the Lord, Who did not allow them to watch the great miracle of the raising of the dead. He took with Him in the room only the child's parents and three disciples, Peter, James and John. There then, He took her by the hand, and called her, saying: "Little girl, arise". And she arose immediately, “her spirit returned," as the gospel says, which means that the soul leaves the body and has consciousness, it exists, and thinks and has feelings. Through this miracle accomplished by our Lord, we were shown that He is the victor of death. The raisings of the daughter of Jairus, the son of the widow of Nain, and of St. Lazarus, proclaim the eschatological situation of the final abolishment of death, during Christ’s Second Coming.
My brothers and sisters, in order for us to meet God, we must have faith and courage, as demonstrated by the bleeding woman. When Divine Grace comes, then man feels freed from those passions that had been torturing him, and he no longer acts under the law of sin and he becomes the Son of God by Grace. Therefore let us pay attention to what is said to us by St. Theofylaktos, Archbishop of Bulgaria, about today’s Gospel:
“The Woman with the issue of blood represents every soul which pours forth bloody and murderous sin. Because each and every sin is the murderer and slayer of the soul. When this soul therefore touches the clothing of Jesus, when it touches that is, His Incarnation, believing that the Son of God took on human flesh, then the soul is healed. And this is possible even if someone should be a ruler of the synagogue, which is if someone has a mind which rules over the many things it has collected in its greed. Then the daughter of that mind, its thought, is sick. But let that mind only call upon Jesus and believe, and his thought will be made whole.”
My brothers and sisters, we too can touch Jesus Christ, we can even place Him within us, if we want. In front of us, on the Holy Altar lays the body of Christ. Each and every one of us has an illness, either of the body or of the soul. If we stand in front of the Holy Chalice with love, reverence, and faith that the Grace of Jesus Christ can cure every ailment and can forgive our sins, then we will hear Him say: “Daughter be of good cheer; your faith has made you well. Go in peace”.
Protopresbyter, Fr. Konstantinos Manetas