APOSTLE, SUNDAY AFTER THE EPIPHANY
St. Paul says today: “but to each one of us grace was given according to the measure of Christ’s gift” and then continues “and He Himself gave some to be apostles, some prophets, some Evangelists, and some pastors and teachers” (Eph, 4:7,11). The Apostle wants to highlight that all of our talents are gifts from God that are offered to us. These gifts are bestowed upon us in order to use them for the edification of the other Christians. This edifying, refers, according to the preaching of St. Paul, to the advancement and progress of the faithful towards the correct faith. St. John Chrysostom asking himself what edifying means, he explains: «it is to progress toward perfection and replenish anything that you are missing». The second reason for been granted our gifts is in order to be able to complete our ministry of love, to exhibit our love for one another and for all the members of the Church. Another use for our gifts is for the building of the spiritual foundation of the Church which is the body of Christ.
Gifts can be divided into physical and spiritual. Physical gifts are the various faculties that people possess and which have been given to them by God during creation (human love, philanthropy, charity, bravery etc). These are given to every man since according to our faith, man was created as an icon of God, therefore man has within him all the godly gifts which he is then expected to work upon and improve. The spiritual gifts of the Holy Spirit however, such as repentance, saintliness, discernment etc. are given to the children of the Church who through baptism become members of the body of Christ. We all have physical gifts and we are all capable of developing spiritual ones. One important clause for the development of spiritual gifts however, is faith and the observance of the Will of God. Saint Maximus states about that: “the works of the Holy Spirit depend on man’s will”. In other words, man has to strive in order to acquire genuine spiritual gifts.
St. Paul also tells us today: “till we all come to the unity of the faith and of the knowledge of the Son of God, to a perfect man, to the measure of the stature of the fullness of Christ.” (Eph. 4:13).
Here Paul sets in front of all of us the goal that we should be looking towards, and that we should be striving for as Christians. The unity of the faith means the unity and communion which exists within the body of the church when its members are nurtured by the same true faith. A faith which is not a blind and dry acceptance of certain religious beliefs but rather a living relationship with Jesus Christ. This unity according to creation and the studying of the Holy Scriptures, because that knowledge can also be possessed by the impure –instead it refers to the supernatural knowledge of the Son of God which is obtained through holy illumination and the enhypostatic enlightenment of the heart. This knowledge is only offered to the perfect and to those who are completely pure from spiritual and physical passions.”
My brothers and sisters, the Apostle today, acting as the messenger of God, is calling out to us from within his prison cell, words that are immortal and timeless. Almost two thousand years later his message is crisp: Progress spiritually, united all together inside the body of the Church, until each one of you reaches the pure knowledge of Christ and resembles to His perfection.
Those who listened to the words of the Apostle met with the Resurrected Lord from this life. The Orthodox Church continues to teach the way by which each Christian can attain communion with the Living Christ throughout the ages. The Church’s recipe is old, from the time of the Apostles, nothing has changed. The dogma and its teachings remain the same, two thousand years later. It is us, modern Christians who changed, because we were fooled into believing that there is an easier way to the Kingdom of Heaven. It seems that we forgot the words of our Lord who said to us that the road is narrow and full of sorrow.
Fr. Konstantinos Manetas
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ, ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΜΕΤΑ ΤΑ ΦΩΤΑ
Λέει λοιπόν σήμερα ο Παύλος: «στον καθένα από μας δόθηκε η χάρη, σύμφωνα με το μέτρο με το οποίο ο Χριστός μοιράζει τη δωρεά Του», ενώ λίγο παρακάτω συνεχίζει: «Αυτός έδωσε άλλοι να είναι απόστολοι, άλλοι προφήτες, άλλοι ευαγγελιστές και άλλοι ποιμένες και διδάσκαλοι» (Εφεσ. 4:7,11). Ο Απόστολος λοιπόν μας τονίζει ότι τα χαρίσματα που διαθέτουμε είναι δώρα του Θεού σε μας. Δίνονται από τον δωρεοδότη Κύριο με θεία σοφία και διάκριση για να υπηρετήσουν κάποιον ιερό σκοπό που είναι ο πρώτα απ’ όλα ο καταρτισμός των αγίων, δηλαδή των χριστιανών. Καταρτισμός και καταρτίζω ήταν όροι που αρχικά σήμαιναν επανατοποθετώ, αποκαθιστώ στη θέση του κάποιο εξαρθρωμένο μέλος του σώματος. Στη διδασκαλία του Αποστόλου Παύλου καταρτισμός σημαίνει την προαγωγή και την προκοπή των πιστών στην ορθή πίστη. Ο Ιερός Χρυσόστομος διερωτώμενος τι σημαίνει «καταρτίζεσθε» απαντάει: «να προχωρείτε στην τελειότητα και να αναπληρώνετε ότι σας λείπει».
Δεύτερος λόγος που χορηγούνται τα χαρίσματα είναι για να εκπληρωθεί το έργο της διακονίας, δηλαδή να υπάρχη η έμπρακτη πίστη, εκείνη που αποδεικνύει την αγάπη και την φιλαδελφία ανάμεσα στα μέλη της Εκκλησίας. Σκοπός των χαρισμάτων ακόμη είναι και η οικοδομή του σώματος του Χριστού. Δηλαδή να χτίζεται και να στερεώνεται το πνευματικό οικοδόμημα της Εκκλησίας, που είναι το σώμα του Ιησού Χριστού. Τα χαρίσματα μπορούμε να τα διακρίνουμε σε φυσικά και σε πνευματικά. Τα φυσικά χαρίσματα είναι οι διάφορες ικανότητες που διαθέτει ο κάθε άνθρωπος, οι οποίες έχουν δοθή από τον Θεό κατά τη δημιουργία του (η κατά φύσιν αγάπη, η φιλανθρωπία, όπως γνωρίζουμε από τη διδασκαλία της διδασκαλία της Εκκλησίας, ο άνθρωπος όπως γνωρίζουμε από τη διδασκαλία της Εκκλησίας, ο άνθρωπος πλάσθηκε κατ’ εικόνα του Θεού, έχει δηλαδή μέσα του σαν σπέρματα όλες τις Θεϊκές ιδιότητες, τις οποίες καλείται να αυξήση και τελειοποιήση.
Τα πνευματικά χαρίσματα, δηλαδή οι καρποί του Αγίου Πνεύματος, όπως η μετάνοια, η διάκριση, η αγιότητα κλπ. χορηγούνται στα τέκνα της Εκκλησίας, που με το Αγιο Βάπτισμα γίνονται μέλη του σώματος του Χριστού. Ολοι έχουμε χαρίσματα φυσικά και την δυνατότητα να αποκτήσουμε χαρίσματα πνευματικά. Ο κλήρος έχει το χάρισμα να ποιμαίνη το ποίμνιο, αλλά και οι λαϊκοί Χριστιανοί γίνονται χαρισματούχοι, επειδή αξιώνονται να δέχονται την επενέργεια της θεοποιού ενεργείας του Θεού. Βεβαίως απαραίτητη προϋπόθεση εκδηλώσεως των πνευματικών χαρισμάτων είναι η πίστη και η εκπλήρωση των εντολών του Θεού. Ο Αγιος Μάξιμος μας λέει πάνω σ’αυτό: «η επιτέλεση των έργων από το Αγιο Πνεύμα, εναπόκειται πάνω στο θέλημα του ανθρώπου». Με άλλα λόγια απαιτείται αγώνας και προσπάθεια γιά να μπορέση ο άνθρωπος να αποκτήση γνήσια πνευματικά χαρίσματα.
Στη συνέχεια της σημερινής περικοπής ακούμε τον Απόστολο Παύλο να μας λέει: «ώσπου να φθάσουμε όλοι να έχουμε μιά πίστη και ξεκάθαρη γνώση γιά τον Υιό του Θεού και να γίνουμε ο καθένας τέλειος άνδρας, στα μέτρα ωριμότητας και πληρότητας του Χριστού» (Εφεσ. 4:13). Εδώ ο Παύλος βάζει μπροστά στον καθένα μας τον τελικό σκοπό προς τον οποίο πρέπει να αποβλέπουμε, και γιά τον οποίο θα πρέπει να αγωνιζόμαστε όλοι οι Χριστιανοί. Η ενότητα της πίστεως σημαίνει την ενότητα και κοινωνία που εξασφαλίζεται μέσα στο σώμα της Εκκλησίας, όταν τα μέλη της εμφορούνται από την ίδια, τη μία και αληθινή πίστη, η οποία δεν είναι μία θεωρητική και ξερή αποδοχή ορισμένων θρησκευτικών ιδεών, αλλά μιά ζωντανή σχέση με τον Ιησού Χριστό. Αυτή η ενότητα των πιστών πηγάζει κατά τον Παύλο από την επίγνωση του Υιού του Θεού. Μας ερμηνεύει γιά την επίγνωση ο Αγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης: «επίγνωση του Υιού του Θεού εννοεί ο Παύλος εδώ όχι τη γνώση του Θεού που προέρχεται μέσω της θεωρίας των κτισμάτων και της μελέτης των Θείων Γραφών-διότι αυτήν μπορούν να την έχουν και οι ακάθαρτοι, αλλά την υπερφυσική γνώση του Υιού του Θεού που αποκτάται με τη θεία έλλαμψη και τον ενυπόστατο φωτισμό στην καρδιά. Η γνώση αυτή δίνεται μόνο στους τελείους και καθαρμένους εντελώς από τα ψυχικά και σωματικά πάθη, και σ’αυτήν εύχεται ο Απόστολος να φθάσουν όλοι οι Χριστιανοί».
Αδελφοί μου, στο σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα ο Απόστολος, σαν αγγελιοφόρος του Κυρίου, μέσα από τη φυλακή φωνάζει λόγους αθάνατους, άφθαρτους από το χρόνο. Σχεδόν δύο χιλιάδες χρόνια μετά, τα μηνύματα του παραμένουν ξεκάθαρα και αναλλοίωτα: να προκόπτετε πνευματικά μας λέει, μέσα στο σώμα της Εκκλησίας, ενωμένοι όλοι μαζί, μέχρι να φθάσετε να αποκτήσετε ο καθένας ξεκάθαρη γνώση γιά τον Χριστό και να Του μοιάσετε στην τελειότητα. Οσοι υπάκουσαν στα κελεύσματα του Αποστόλου συνάντησαν τον Αναστημένο Κύριο από αυτήν την ζωή.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας έχει διασώσει διά μέσου των αιώνων τον τρόπο με τον οποίο ο κάθε πιστός μπορεί να φθάση σε κοινωνία με τον ζώντα Χριστό. Η συνταγή της είναι παλιά, από την εποχή των Αποστόλων. Τίποτα δεν έχει αλλάξει. Το δόγμα παραμένει 2000 χρόνια το ίδιο, η διδασκαλία η αυτή. Εμείς οι σύγχρονοι Χριστιανοί αλλάξαμε, γιατί ξεγελαστήκαμε και πιστέψαμε ότι υπάρχει και εύκολος δρόμος γιά τη Βασιλεία των Ουρανών. Φαίνεται ότι ξεχάσαμε τα λόγια του Κυρίου μας που είπε ότι η Οδός είναι στενή και τεθλιμμένη...
π. Κωνσταντίνος Μανέτας