Last Week’s Sermon
“Jealousy towards Paralytic”
Dear Brothers and Sisters in Christ,
On Sunday we were reading in the Gospel that Our Savior came to his own country and healed a paralyzed person. Whenever I read about someone paralyzed being healed I look at myself and imagine how hard it must be to be unable to move. Paralysis usually leaves a person completely dependent on someone else's help.
In the Gospels we see many occasions when someone paralyzed was brought to Jesus. Oddly enough, every time the healing of the person is somehow connected with a problem. In this case the problem occurs after the healing process because Jesus uses a forbidden phrase.
He tells the person that his sins are forgiven. People had two major problems with that. The first was that they could not imagine that someone other than God could forgive anyone’s sins and of course they could not imagine that God had become human.
Secondly, forgiveness of sins was a long process in the Jewish culture and it was unfair that others brought sacrifices and went through a long process of repentance but this one person received them without any effort.
Jealousy still rages through humanity. That was the reason for the first homicide when Cain killed his brother. Somehow we cannot understand that we need to be thankful for our gifts and what God gives to others it is between them and God. Interestingly enough, this question of unfairness usually does not arise when we are the one in a favorable position.
In the Gospel we find another story of a paralytic. This one had been paralyzed and lying on the side of the pool thirty-eight years and no one had given him a hand. Everybody had been minding their own business until Jesus walks to him and offers a way out of his miserable situation. But this is not all. We have a third one that is even worse. Four people bring a paralytic to Christ and people who were there did not let them in. This dear brothers and sisters is not a simple carelessness or lack of attention. This is a deep anthropological problem.
Our reaction and relationship totally depends on what we see when we look at each other. Do we see a friend or an enemy? Do we see a human person in the image of God or a worthless creature that we would not miss a day if they were gone? Christ came to answer that simple question and He saw His own reflection in every one who came to him because he has created every one of us in his own image and likeness.
When he says that, “whatever you do to your fellow human beings you do it to me”, He is not kidding. If that were a joke he would not become human and if we do not take this seriously we are not taking His birth seriously.
Our relationship with God is directly connected with our relationship with one another. We all claim that we love God but we are not always sure about each other. We cannot say for sure that we love everybody and those whom we love sometimes we have reservations about. Sometimes our love does not extend beyond our family walls. Sometimes even within the small circle of the family it is difficult to consistently act out of an attitude of love.
Let us just remember one thing today when we go home that Christ said you cannot love God if you do not love your fellow human beings. Loving someone does not mean to tolerate them, to dismiss them or imagine they do not exist. What it means to love someone we will talk another time but just know that our life depends on that.
Amen.
Κήρυγμα της περασμένης Εβδομάδας
“Ζήλια προς τον Παράλυτο”
Αγαπητοί αδελφοί και αδελφές εν Χριστώ,
Την Κυριακή διαβάσαμε στο Ευαγγέλιο ότι ο Σωτήρας μας ήρθε στη χώρα του και θεράπευσε έναν παράλυτο άνθρωπο. Κάθε φορά που διαβάζω για κάποιον παράλυτο που θεραπεύεται, κοιτάζω τον εαυτό μου και φαντάζομαι πόσο δύσκολο πρέπει να είναι να μην μπορείς να κινηθείς. Η παράλυση αφήνει συνήθως ένα άτομο εντελώς εξαρτώμενο από τη βοήθεια κάποιου άλλου. Στα Ευαγγέλια βλέπουμε πολλές περιπτώσεις όπου κάποιος που παρέλυσε μεταφέρθηκε στον Ιησού. Παραδόξως, κάθε φορά η θεραπεία του ατόμου συνδέεται κατά κάποιο τρόπο με ένα πρόβλημα.
Σε αυτή την περίπτωση το πρόβλημα εμφανίζεται μετά τη διαδικασία επούλωσης επειδή ο Ιησούς χρησιμοποιεί μια απαγορευμένη φράση. Λέει στο άτομο ότι συγχωρούνται οι αμαρτίες του. Οι άνθρωποι είχαν δύο μεγάλα προβλήματα με αυτό.
Το πρώτο ήταν ότι δεν μπορούσαν να φανταστούν ότι κάποιος άλλος εκτός από τον Θεό μπορούσε να συγχωρήσει τις αμαρτίες κάποιου και φυσικά δεν μπορούσαν να φανταστούν ότι ο Θεός έγινε άνθρωπος.
Δεύτερον, η συγχώρεση των αμαρτιών ήταν μια μακρά διαδικασία στην εβραϊκή κουλτούρα και ήταν άδικο άλλοι να κάνουν θυσίες και να περνούν μια μακρά διαδικασία μετάνοιας, αλλά αυτό το ένα άτομο να πάρει τη συγχώρεση χωρίς καμία προσπάθεια.Η ζήλεια εξακολουθεί να υφίσταται μέσα στην ανθρωπότητα. Αυτός ήταν ο λόγος για την πρώτη ανθρωποκτονία όταν ο Κάιν σκότωσε τον αδελφό του.
Κατά κάποιον τρόπο δεν μπορούμε να καταλάβουμε ότι πρέπει να είμαστε ευγνώμονες για τα δώρα που λαμβάνουμε και αυτό που ο Θεός δίνει στους άλλους είναι μεταξύ αυτών και του Θεού. Είναι αρκετά ενδιαφέρον ότι αυτό το ζήτημα της αδικίας συνήθως δεν προκύπτει όταν είμαστε σε μια ευνοϊκή θέση. Στο Ευαγγέλιο βρίσκουμε μια άλλη ιστορία ενός παραλυτικού. Αυτός ήταν παράλυτος και ξαπλωμένος στην άκρη της κολυμβήθρας τριάντα οκτώ χρόνια και κανείς δεν του έδωσε ένα χέρι βοηθείας.
Όλοι ήταν απασχολημένοι με τις δικιές τους δουλειές ώσπου ο Ιησούς περπάτησε προς αυτόν και του προσέφερε μια διέξοδο από την άθλια κατάστασή του. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Έχουμε και ένα τρίτο που είναι ακόμη χειρότερο. Τέσσερις άνθρωποι φέρνουν έναν παραλυτικό στον Χριστό και οι άνθρωποι που ήταν εκεί δεν τους άφησαν να μπουν μέσα. Αυτό αγαπητοί αδελφοί και αδελφές δεν είναι μία απλή απροσεξία ή έλλειψη προσοχής. Αυτό είναι ένα βαθύ ανθρωπολογικό πρόβλημα.
Η αντίδραση και η σχέση μας εξαρτώνται εντελώς από αυτό που βλέπουμε όταν κοιτάμε ο ένας τον άλλο. Βλέπουμε έναν φίλο ή έναν εχθρό; Βλέπουμε ένα ανθρώπινο πρόσωπο με την εικόνα του Θεού ή ένα άχρηστο πλάσμα που δεν θα μας έλειπε ούτε μια μέρα αν έφευγε;
Ο Χριστός ήρθε να απαντήσει σε αυτή την απλή ερώτηση και είδε την αντανάκλασή του σε όλους όσους ήρθαν σε αυτόν επειδή δημιούργησε τον καθένα μας καθ’ εικόνα και ομοίωση. Όταν λέει, «ό, τι κάνεις στους συνανθρώπους σου το κάνεις σε μένα», δεν αστειεύεται . Εάν αυτό ήταν ένα αστείο δεν θα γινόταν άνθρωπος και αν δεν το πάρουμε αυτό σοβαρά δεν παίρνουμε τη γέννησή του σοβαρά.
Η σχέση μας με το Θεό συνδέεται άμεσα με τη σχέση μας μεταξύ μας. Όλοι ισχυριζόμαστε ότι αγαπάμε τον Θεό, αλλά δεν είμαστε πάντα σίγουροι ο ένας για τον άλλον. Δεν μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι αγαπάμε τους πάντες και έχουμε μερικές φορές επιφυλάξεις γι αυτούς που αγαπάμε. Μερικές φορές η αγάπη μας δεν επεκτείνεται πέρα από τα οικογενειακά τείχη μας. Μερικές φορές, ακόμη και μέσα στον μικρό κύκλο της οικογένειας, είναι δύσκολο να ενεργήσουμε σταθερά με μια στάση αγάπης.
Ας θυμηθούμε ένα πράγμα σήμερα, όταν θα πάμε σπίτι. Ο Χριστός είπε, ότι δεν μπορείς να αγαπάς τον Θεό αν δεν αγαπάς τους συνανθρώπους σου. Το να αγαπάς κάποιον δεν σημαίνει να τον ανέχεσαι, να τον απορρίπτεις ή να φανταστείς ότι δεν υπάρχει. Γι αυτό που σημαίνει να αγαπάς κάποιον θα μιλήσουμε άλλη φορά αλλά απλά να ξέρουμε ότι η ζωή μας εξαρτάται από αυτό.