SUNDAY BEFORE THE NATIVITY OF CHRIST
We hear in today's gospel of Matthew, a long list of Jewish names, which form the Book of Genesis of Jesus Christ. The Evangelist wrote his gospel for the Judean Christians, and wanted to prove to them that the Messiah expected by the Jews was the same as Christ. The Jews, through their intense belief in the Messiah, thought that the promises that God once gave to their ancestors would be fulfilled in the future, especially among those who had ancestral relationship with the fathers and patriarchs of their race. So today's gospel deals with the proof of the fulfillment of their expectation, in the person of Jesus Christ.
However, it was not only the Jews who had been expecting the Redeemer of the world. After the fall of mankind from Paradise, and the darkening of the human mind from sin and the separation from the only source of life and goodness, God, man’s ardent aspiration creates a redemptive nostalgia. It seems like despite the separation from God, humanity kept within its genes the memory of this loving relationship that the protoplasts had in Paradise where they were united with God the Father, and waited for centuries the advent of the Divine Redeemer in order to be liberated from the bondage of death and sin. Indeed anyone studying ancient religions can observe that humanity throughout the ages, kept within them the heritage of the first revelation of the Supreme Being to man, which then lead them to continuously attempt through various but vain and unsuccessful ways to approach God and achieve communion with Him. However, since man proved to be incapable of raising himself with his own strength to reach the full knowledge of the One and only true God, only one option remained; for God to descend Himself and seek man.
The peoples therefore, expected to meet again the true God through a God-Man, and through him to regain the true knowledge of the One and only God. These expectations that humanity has had about rejoining with God, are documented throughout the ages and are even present among polytheistic religions. In China for example this expectation emerges from the 6th century BC, when Confucius awaits with longing the coming of the "Saint" from the West. According to Chinese scriptures, He would be sent from the sky to a country in the west, He would be wise and would rule over heaven and earth. The Saint existed before heaven and earth, and was the creator of all. He is the only one worthy to be sacrificed to the supreme ruler of the world, Siang-ti, the Sky. He will bring order and peace to the world and will reconcile heaven and earth. Similar expectations are presented in ancient Indian and Persian texts. The Indians have highlighted the strong consciousness of sin and guilt over their forefathers’ faults against the divine, and expect a savior with nostalgia. The Buddha, in the texts of Mahayana Buddhism, describes the coming of the "Great Peacemaker", who will lead people to salvation through His teachings.
Those who will accept his word and live in moderation will be redeemed from death, and those who study His sacred Words will be discharged from their sins and will ascend to heaven. The most profound and intense expectation of the God-man as the Redeemer however, is seen among the ancient Greeks. In Prometheus Bound, by Aeschylus, the hero was punished by Zeus and was sentenced to stay tied forever on a rock, and be tortured by an eagle that ate bits of his flesh. Prometheus predicts that his Redeemer will be the child who is born of a virgin named Io, and God. He will be the son of God and the son of a Virgin and his birth will be supernatural. He will destroy the state of the old gods, and annihilate them and their powers.
He will liberate Prometheus and will succeed him in his martyrdom, and willingly descend to Hades to sacrifice Himself for the salvation of the prisoner-man who had been convicted for his sins with just divine command. Later on, Socrates argues most clearly the divine-human aspiration, as seen in Plato’s scriptures of Socrates’ apology. Socrates is seen talking to his judges about the coming of the God-sent who will bring to the world awareness and alertness, and who will be just until His death, but will be considered unjust by the people and will suffer humiliation and a torturous death on a piece of wood. Referring to these texts of the Greek philosophers, Saint Clement of Alexandria exclaims: "I don’t think our Savior could have been confirmed more clearly by the Greeks."
But it was not only the ancient Greeks who spoke of the upcoming God-man, the Romans did as well. The great philosopher Cicero, referring to the oracle of the Sibyl Virgins states that the coming of a King had been announced from the past. This King had to be recognized by those who wanted to be saved, and would come at a time when everything will be governed by one Master, God. Similarly Virgil writes in his poems about the expected God-Child and the joy in its face when looking towards the Mother who gave birth to Him, exactly as if Virgil was observing an icon of Panagia and the Child. Virgil’s words were so prophetic that Constantine the Great included them in the discourse that he delivered to the Fathers of the First Ecumenical Council.
It appears therefore, that the incarnation of God was the only logical and necessary solution to the human drama. St. John the Chrysostom says: "Since mankind could not ascend, He descended. This is why He descended, and took flesh, so that I could talk to Him." Christ, God came down from the throne of His divinity, and emptied Himself of His divine glory "born human, born under law" to take upon him the sins of all mankind, to purify our human nature and present it again to the heavenly Father, unspoiled like it had been in the pre-Fall times. The drama of all of humanity began to be resolved that quiet night outside the humble town of Bethlehem, without lights, without glory, with only a few witnesses of the eternal miracle, the lowly shepherds in the area.
My brethren, this last week before the birth of our Savior, let us cleanse and humble our souls with prayer, fasting and abstinence from earthly pleasures. That way we will be able to experience Christ’s Incarnation deep in our hearts, and we may be deemed worthy to hear the Holy Angels singing "Glory to God in the highest, and peace on earth."
ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ
Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί,
Ακούμε στο σημερινό ευαγγέλιο του Ματθαίου να παρελάυνουν μπροστά μας ένα σωρό εβραϊκά ονόματα τα οποία αποτελούν τη βίβλο της γενέσεως του Ιησού Χριστού. Ο ευαγγελιστής Ματθαίος συνέγραψε το ευαγγέλιο του γιά τους εξ Ιουδαίων χριστιανούς, και ήθελε να τους αποδείξει ότι ο Μεσσίας που ανέμεναν οι Εβραίοι ταυτίζεται κατά σάρκα με το Χριστό. Οι Ιουδαίοι, μέσα στον έντονο μεσσιανισμό τους, πίστευαν ότι οι επαγγελίες που έδωσε κάποτε ο Θεός στους προγόνους τους θα εκπληρωθούν οπωσδήποτε στο μέλλον, και μάλιστα μόνο σ’εκείνους που είχαν γενεαλογική σχέση με τους πατέρες και πατριάρχες της φυλής τους. Ετσι το σημερινό ευαγγέλιο αρχίζει με την απόδειξη της εκπλήρωσης της προσδοκίας αυτής στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Δεν ήταν όμως μόνο οι Ισραηλίτες που ανέμεναν το Λυτρωτή του κόσμου. Μετά την έκπτωση του ανθρώπινου γένους από τον Παράδεισο, το σκοτασμό του νου του από την αμαρτία και την απομάκρυνση από τη μοναδική Πηγή της Ζωής και της Αγαθότητας, το Θεό, η θεανθρώπινη προσδοκία αποτελεί μία διακαή λυτρωτική νοσταλγία. Φαίνεται ότι παρ’όλη την απομάκρυνση της από το Θεό, η προχριστιανική ανθρωπότητα κράτησε μέσα στα γονίδια της την ανάμνηση αυτής της αγαπητικής σχέσης που είχαν οι Πρωτόπλαστοι μέσα στον Παράδεισο με το Θεό και Πατέρα και περίμενε και εκείνη μέσα στους αιώνες τον ερχομό του Θεϊκού Λυτρωτή που θα την λύτρωνε από τα δεσμά του θάνατου και της αμαρτίας. Πράγματι μελετώντας κανείς τις αρχαίες θρησκείες, διαπιστώνει τη συγκινητική προσπάθεια των λαών, που έχοντας μέσα τους κληροδοτημένη την αρχαία εκείνη εμπειρία της πρώτης αποκάλυψης του Υπερτάτου Οντος στον άνθρωπο, τολμούσαν με διάφορους αλλά μάταιους και ανεπιτυχείς τρόπους να προσεγγίσουν το Θεό γιά να έρθουν ξανά σε κοινωνία μ’Αυτόν.
Γι’αυτό, αφού δεν μπόρεσε ο άνθρωπος με τις δικές του δυνάμεις ν’ανυψωθή μέχρι την πλήρη γνώση του Ενός, και μόνου, και πραγματικού Θεού, μόνο μία λύση απόμενε, να κατέβει ο Ιδιος ο αναζητούμενος Θεός στον άνθρωπο. Στον προσδοκώμενο Θεάνθρωπο περίμεναν οι λαοί να γνωρίσουν τον αληθινό Θεό, δηλαδή ν’αποκτήσουν ξανά την αληθινή θεογνωσία, και να επανασυνδεθούν μ’Αυτόν, να ξαναγυρίσουν στον χρυσόν αιώνα της αρχικής παραδείσιας κατάστασης.
Οι μαρτυρημένες εκδηλώσεις αυτής της θεανθρώπινης προσδοκίας είναι πολλές ανάμεσα και στους πολυθεϊστικούς λαούς. Ετσι στην Κίνα αυτή η προσδοκία προβάλλει από τον 6ο πΧ αιώνα, όταν ο κομφούκιος περιμένει με νοσταλγία τον ερχομό του “Αγιου” από τη Δύση. Σύμφωνα με την κινεζική γραμματεία, αυτός επρόκειτο να αποσταλεί από τον ουρανό στις δυτικές χώρες, θα γνώριζε τα πάντα, και θα είχε κάθε εξουσία στον ουρανό και στη γη. Ο Αγιος αυτός, υπήρχε προ του ουρανού και της γης, και είναι ο ποιητής και δημιουργός όσων υπάρχουν πάνω σ’αυτά. Αυτός και μόνο είναι άξιος να θυσιαστεί στον υπέρτατο δεσπότη του κόσμου, τον Siang-ti, τον Ουρανό. Θ’αποκαταστήσει την τάξη και την ειρήνη στον κόσμο συμφιλιώνοντας τον ουρανό με την γη.
Παρόμοιες προσδοκίες παρουσιάζονται και στα αρχαία Ινδικά και Περσικά κείμενα. Οι Ινδοί έχουν έκδηλη την ισχυρή συνείδηση περί αμαρτιών και προπατορικής ενοχής έναντι του θείου και αναμένουν με νοσταλγία ένα λυτρωτή. Ο Βούδας στα κείμενα του Μαχαγιάνα Βουδισμού, περιγράφει την έλευση του “Μεγάλου Ειρηνευτή”, που θα οδηγήσει τους ανθρώπους στη σωτηρία με τη διδασκαλία του. Οσοι θα δεχθούν το λόγο του και θα ζουν με εγκράτεια, θα λυτρωθούν από το θάνατο, με τη μελέτη δε των ιερών λόγων του θα απαλάσσονται από τις αμαρτίες τους και θα ανέρχονται στον ουρανό.
Εκεί όμως που προβάλλει πιό έκδηλη και έντονη η προσδοκία του θεάνθρωπου λυτρωτή είναι ανάμεσα στους αρχαίους έλληνες. Στον Προμηθέα Δεσμώτη του Αισχύλου, ο ήρωας τιμωρήθηκε από το Δία να μείνει δεμένος αιώνια σε ένα βράχο και να βασανίζεται από έναν αητό ο οποίος κάθε λίγο του έτρωγε τη σάρκα. Ο Προμηθέας προλέγει ότι ο λυτρωτής του θα είναι το παιδί το οποίο θα γεννηθεί από μία παρθένο, την Ιω, και τον Θεό. Θα είναι υιός Θεού και υιός Παρθένου και θα γεννηθεί υπερφυσικά. Θα καταλύσει το κράτος των παλαιών θεών και θα αφανίσει αυτούς και τη δύναμη τους. Θα λυτρώσει τον Προμηθέα διαδεχόμενος αυτόν στο μαρτύριο του και κατεβαίνοντας εκούσια στο σκοτεινό Αδη, γινόμενος εξιλαστήριο θύμα γιά τη λύτρωση του δεσμώτη, του ανθρώπου που είχε καταδικαστεί γιά την αμαρτία του με δίκαιη θεϊκή εντολή. Την εποχή του Σωκράτη προβάλλει πλέον ξεκάθαρα η θεανθρώπινη προσδοκία μέσα από το κείμενο της απολογίας του αρχαίου φιλοσόφου που έγραψε ο Πλάτωνας. Εκεί φέρεται ο Σωκράτης να μιλάει στους δικαστές του γιά κάποιο προσδοκώμενο θεόπεμπτο, που θα τον έχει στείλει ο Θεός, ο οποίος θα φέρει στον κόσμο αφύπνιση και εγρήγορση, θα είναι δικαιότατος μέχρι το θάνατο του, θα θεωρηθεί όμως από τους ανθρώπους άδικος και θα υποστεί ταπεινώσεις, εξευτελισμούς και μαρτυρικό θάνατο πάνω στο ξύλο. Αναφερόμενος σ’αυτά τα κείμενα των Ελλήνων φιλοσόφων ο Αγιος Κλήμης ο Αλεξανδρείας αναφωνει: “Δεν νομίζω ότι μπορούσε να επικυρωθεί πιό σαφέστερα ο Σωτήρας μας από τους Ελληνες”. Δεν είναι όμως μόνο οι Ελληνες που μίλησαν γιά τον επερχόμενο θεάνθρωπο αλλά και οι Ρωμαίοι. Ο μεγάλος φιλόσοφος Κικέρων, αναφερόμενος στον χρησμό των Σιβυλλών Παρθένων λέει ότι είχε αναγγελθεί από παλιά η έλευση ενός βασιλιά τον οποίο όφειλαν να αναγνωρίσουν εκείνοι που ήθελαν να σωθούν, και ότι ερχόταν μία εποχή που παντού θα κυβερνάει ένας Δάσκαλος, ο Θεός. Παρόμοια γράφει στα ποιήματα του και ο Βιργίλιος που αναφέρεται και αυτός στο Προσδοκώμενο θεογέννητο Παιδί, του οποίου βλέπει το μειδίαμα προς τη Μητέρα που το εκυοφόρησε. Είναι τόσο προφητικά αυτά που έγραψε ο Βιργίλιος, που ο Μ. Κωνσταντίνος αναφέρθηκε σ’αυτά και τα διάβασε στο λόγο που εξεφώνησε προς τους Πατέρες της Α’ Οικουμενικής Συνόδου.
Αυτή λοιπόν η ενανθρώπηση του Θεού ήταν η μόνη λογική και εναπομένουσα και αναγκαία λύση στο ανθρώπινο δράμα. Λέει ο Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος: “Επειδή η ανθρωπότητα δεν μπορούσε ν’ανεβεί προς τα άνω, Αυτός κατέβηκε κάτω. Γι’αυτό κατέβηκε, γι’αυτό ανέλαβε σάρκα, γιά να συνομιλήσω εγώ μ’Αυτόν”. Ο Χριστός ο Θεός κατέβηκε από τον θρόνο της θεότητος και άδειασε-κένωσε τον εαυτό του από τη θεϊκή Του δόξα “γινόμενος άνθρωπος, γινόμενος υπό νόμον”, γιά να αναλάβει πάνω του τις αμαρτίες όλης της ανθρωπότητος, να εξαγνίσει την ανθρώπινη φύση μας και να την παρουσιάσει καθαρή και πάλι στον ουράνιο Πατέρα όπως ήταν στην Προπτωτική εποχή. Το δράμα του ανθρώπινου γένους άρχισε να λύνεται εκείνη την ήσυχη νύχτα στην ταπεινή Βηθλεέμ, χωρίς φώτα, χωρίς τυμπανοκρουσίες, με μερικούς μόνο μάρτυρες του προαιώνιου θαύματος, τους ταπεινους βοσκούς της περιοχής.
Αδελφοί μου, ας προετοιμάσουμε και εμείς ταπεινά την ψυχή μας με προσευχή, νηστεία, και εγκράτεια από τις γήϊνες απολαύσεις τούτες τις μέρες πριν από τη Γέννηση του Σωτήρα μας. Ετσι θα είμαστε σε θέση να νοιώσουμε στις ψυχές μας την ενανθρώπηση Του, και να ακούσουμε πράγματι τους Αγγέλους οταν ψάλλουν το “Δόξα εν υψίστοις Θεώ”.