13th Sunday of Luke
Κήρυγμα ΙΓ΄Κυριακής Λουκά |Sunday Sermon Luke’s Thirteenth Gospel
In today's gospel Jesus Christ our Lord, deals once again with the spiritual condition of a man who has everything, is young, rich, healthy, and who wants also to gain entrance to the eternal life. In prior descriptions of rich men, in the parables such as that of the fool rich man and the rich man and poor Lazarus, we heard that they typically lived a life far from God. In today’s Gospel reading however, we hear about a different encounter with another kind of rich person, a ruler. Through the dialogue that developed, we observe a man who talks to Christ with respect, who obeys all the Law’s commandments, and who wants to know whether he will gain entrance to the Kingdom of Heaven through his acts. Christ’s response to this man was absolute: “If you want to be perfect go sell what you have and give to the poor, and you will have treasures in heaven”. Once the young man heard those words he became sorrowful and left, for he had many possessions. Christ then turned to His disciples, and again His words were unconditional as He said: “it is easier for a camel to go through the eye of a needle than for a rich man to enter the Kingdom of God”. When this young ruler presented himself in front of Christ, he was almost certain that all he had done in his life had been well done and he expected to be praised. Therefore, Christ in order to wake him up, to uncover his spiritual nakedness, asked for the ultimate sacrifice, that is to separate himself from the riches that he so much loved, and to donate them to the poor. Our Lord knew, that this man was not aware of the fact that his possessions, and riches, and health, and everything else existed as a loan from God. That he had been blessed to own them only temporarily, for the length of this life, and that they ought to be used for the glory of God. That he should manage his riches as a “good steward” who cares for his greater family, his poorer brothers. Brethren, our good Lord, because of His overabundant love for us, has been very generous with our Forefathers, when He installed them in Paradise and made them kings of the whole Creation, offering them the whole world. But they had to live accordingly, through “using the world and not abusing it” as the Fathers of the church say. After the Fall, they became evil, they started enslaving nature and other people to satisfy their passions until our Lord arrived on earth and showed us the way to Paradise once again. Money and wealth are neither good nor bad. Our relation to them can be beneficial if we use them to get closer to God, or detrimental if we are used by them. There existed wealthy saints and very poor saints. Both, however, had managed properly what they had and what they had not, to attain their salvation. The poor had not groaned, while the rich had not been captured by the riches. The earthly matter is blessed enough for man to use it and offer it back, reporting it eucharistically to God, as we say during the Liturgy: “Offering to You these gifts from Your own gifts....”. Whenever man’s mind is captured by the love of money, he succumbs to one of the three giants of the passions that turn him away from God, avarice-the love of money. The Apostle Paul calls avarice a paganism. St. Basil the Great writes about the love of money: “I know a lot of men who fast, pray, groan, show off all of the inexpensive reverence, while they do not intend to give alms or a coin. So, what is to them the benefit of the rest of the other virtues?”. Indeed, we have no spiritual advantage, if a deadly passion like gluttony, love of money, or love of human glory rule upon us, even if we have many of the lesser virtues. In this gospel passage, Christ makes a proposition that is at the same time a tender. He says: “If you want to inherit the eternal life, sell your possessions and follow me”. The Eternal Life is to follow Christ, to recognize Him as our Lord, and thereby to seek union with God. These words were spoken by our Lord during His Archpriestly Prayer when He explained: “This is eternal life, that they may know You, the only true God, and Jesus Christ Whom You have sent” (Joh. 17:3). The trailing of Christ cannot be undertaken without effort and sacrifice. We toil and sacrifice those persons and things that we love in our lives the most. Whoever believes that he loves Jesus, must devote himself to Him totally. The Lord Himself told us that: “Where your treasure is, there is your heart” (Matt. 6:21). Some people must abandon their wealth like the man in today’s gospel passage, because money is very important to them. Others must abandon their sensuality, or selfishness, their envy or their wicked ways. And others have to let go of some persons of this world that absorb their whole interest and make them forget about Christ and eternal life. My brothers and sisters, Our Lord’s call which we hear in today's gospel resonates through the ages. I keep wondering, have we succeeded to realize that eternal life cannot be inherited without sacrifice?
Στο σημερινό ευαγγέλιο ο Χριστός μας ασχολείται για άλλη μια φορά με την πνευματική κατάσταση ενός ανθρώπου που τα εχει όλα, είναι νέος, είναι πλούσιος, είναι υγιής, αλλά θέλει εκτός απ’αυτά να αποκτήση και την αιώνια ζωή. Ενώ όμως άλλες φορές με παραβολές αναφέρθηκε σε πλούσιους που ζούσαν μια ζωή μακριά από Το Θεό, που Τον είχαν ξεχάσει ότι υπάρχει –όπως ήταν η παραβολή με τον άφρονα πλούσιο ή με το φτωχό Λάζαρο- στο σημερινό ευαγγέλιο παρακολουθούμε μία συνάντηση με ένα άλλο πλούσιο, νέο, διαφορετικό από τους προηγούμενους. Αυτού του νέου η σκέψη του, η εξωτερική συμπεριφορά του, η προσωπικότητά του χαρακτηρίζονται από θρησκευτικότητα και ενδιαφέρον για αναζήτηση της πνευματικής ζωής. Ετσι, μέσα από τον διάλογο που αναπτύσσεται διακρίνουμε έναν άνθρωπο που απευθύνεται με σεβασμό προς τον Χριστό, που αναζητά την αιώνια ζωή, που είναι σίγουρος ότι τηρεί κατά γράμμα τον θρησκευτικό νόμο και που θέλει να μάθει αν όσα κάνει είναι σωστά και αν μπορούν να του εξασφαλίσουν την αιώνια ζωή. Σ’αυτόν τον άνθρωπο ο Χριστός μας απαντάει με ένα τρόπο απόλυτο, του λέει: «πούλησε όλα τα υπάρχοντα σου, μοίρασε τα λεφτά στους φτωχούς και έλα μαζί μου». Σαν τ’ άκουσε αυτά ο νέος ζαλίστηκε, στενοχωρήθηκε κι’ έφυγε. Αλλά και στους μαθητές Του ο Χριστός μίλησε με απόλυτο τρόπο λέγοντάς τους ότι είναι ευκολότερο για μια καμήλα να περάσει από την τρύπα της βελόνας παρά να μπεί ένας πλούσιος στον Παράδεισο. Γιατί άραγε ο Χριστός μας υπήρξε τόσο απόλυτος απέναντι σ’ αυτόν το νέο; Αραγε απαιτεί τόσα πολλά και δύσκολα πράγματα από τους ανθρώπους, που για μας τους πολλούς κάνουν αδύνατη την απόκτηση του Παραδείσου ; Δεν φαίνεται να είναι έτσι. Αν ήταν έτσι θα είχε ζητήσει από την πρώτη στιγμή από τον πλούσιο νέο της περικοπής να πουλήσει τα υπάρχοντα του και δεν θα του είχε πει να τηρεί τις εντολές του Νόμου που ήξερε και ξέρουμε και εμείς σήμερα: δηλαδή να τηρεί τη συνείδησή του. Οταν ο νέος αυτός παρουσιάστηκε μπροστά στον Χριστό έψαχνε την αυτοδικαίωση του, ήταν σχεδόν βέβαιος ότι όλα τα είχε κάνει σωστά στη ζωή του και περίμενε την επιβράβευση. Και ο Χριστός για να τον ξυπνήσει, για να του δείξει την πνευματική του γυμνότητα, του ζήτησε το απόλυτο, δηλαδή ν’ αποχωρισθεί από τα πλούτη του που τ’ αγαπούσε και να τα χαρίσει. Εγνώριζε ο Κύριος μας, ότι ο νέος αυτός δεν είχε τη συναίσθηση πως τα υπάρχοντά του και τα πλούτη του, όπως και η υγεία του και ότι άλλο κατείχε ήταν δανεικά από το Θεό. Οτι του είχαν παραχωρηθεί προσωρινά μόνο γι’ αυτή τη ζωή, και ότι όφειλε να τα χρησιμοποιεί για τη δόξα Του Θεού, και να τα διαχειρίζεται σαν «καλός οικονόμος» που φροντίζει για την μεγάλη του οικογένεια, τους αδελφούς του. Αδελφοί μου, ο καλός Θεός, μέσα στην πολλή Του αγάπη, υπήρξε γενναιόδωρος με μας τους ανθρώπους όταν μας έβαλε στον Παράδεισο και μας κατέστησε βασιλείς της φύσεως χαρίζοντάς μας ολόκληρο τον κόσμο. Εμείς όμως έπρεπε να ζήσουμε ως «χρόμενοι τον κόσμο και μη κατασχόντες» όπως λένε οι Πατέρες. Με την πτώση άρχισε ο άνθρωπος να κάνη το κακό, υποδουλώνοντας τη φύση αλλά και τους συνανθρώπους του για να ικανοποιήσει τα πάθη του. Τα χρήματα δεν είναι ούτε καλά ούτε κακά. Εξαρτάται αν τα χρησιμοποιούμε για να πλησιάσουμε τον Θεό ή αν μας χρησιμοποιούν εκείνα. Υπήρξαν άγιοι πάμπλουτοι και άγιοι πάμφτωχοι. Και οι δύο όμως, διαχειρίστηκαν σωστά ότι είχαν και ότι δεν είχαν για τη σωτηρία τους. Οι φτωχοί δεν εγόγγισαν και οι πλούσιοι δεν αιχμαλωτίσθηκαν. Η ύλη είναι ευλογία αρκεί ο άνθρωπος να την χρησιμοποιεί και να την προσφέρει-να την αναφέρει ευχαριστιακά στον Θεό, όπως λέμε στη Θεία Λειτουργία: «Τα Σα εκ των Σων, Σοι προσφέρομεν..». Αν αιχμαλωτισθεί ο νους του ανθρώπου από το χρήμα, τότε υποκύπτει στον έναν από τους τρείς γίγαντες των παθών που τον απομακρύνουν από τον Θεό: την φιλαργυρία. Ο Απ. Παύλος αποκαλεί την φιλαργυρία ειδωλολατρεία. Γράφει γιά τη φιλαργυρία ο Μέγας Βασίλειος: «Γνωρίζω πολλούς νηστευτές, προσευχόμενους, στενάζοντες, που δείχνουν όλη την αδάπανη ευλάβεια, ενώ δεν προτίθενται να δώσουν ελεημοσύνη ούτε έναν οβολό. Ποιό είναι λοιπόν σ’αυτούς το όφελος από την υπόλοιπη αρετή;». Πράγματι, κανένα όφελος δεν έχουμε, εάν κυριαρχεί επάνω μας ένα θανάσιμο πάθος σαν την φιλαργυρία ή την φιληδονία ή την φιλοδοξία, ακόμη κι’ αν έχουμε πολλές από τις υπόλοιπες αρετές. Στην περικοπή αυτή, ο Χριστός κάνει στον νέο μία πρόταση που είναι ταυτόχρονα και προσφορά. Του λέει: « Εάν θέλεις να κερδίσεις την αιώνια ζωή, πούλησε τα υπάρχοντα σου και ακολούθησε με ». Η αιώνια ζωή είναι ν’ ακολουθήσει κανείς το Χριστό, είναι ν’ αναγνωρίσει την Κυριότητα Του, και με αυτόν τον τρόπο να επιδιώξει την ένωση του με τον Θεό. Τα λόγια αυτά μας τα εξήγησε ο Κύριος όταν έκανε την αρχιερατική προσευχή Του λέγοντας: « Αυτή είναι η αιώνιος ζωή, ίνα γνωρίσουν Σε τον μόνον αληθινόν Θεόν και Αυτόν που απέστειλας τον Ιησούν Χριστόν» (Ιωα. 17:3). Η ακολουθία όμως του Χριστού δεν γίνεται χωρίς κόπο και θυσία. Κοπιάζουμε και θυσιάζουμε εκείνα τα πρόσωπα ή τα πράγματα που αγαπάμε στη ζωή μας πιό πολύ. Οποιος πιστεύει ότι αγαπάει τον Χριστό, Εκείνον πρέπει να αγαπάει πιό πολύ, και να Του αφιερώνει ολοκληρωτικά τον εαυτό του. Ο ίδιος ο Κύριος μας εξήγησε ότι: «Οπου είναι ο θησαυρός σας, εκεί βρίσκεται και η καρδιά σας»(Ματθ. 6:21). Κάποιοι, πρέπει σαν τον νέο της περικοπής, να εγκαταλείψουν τον πλούτο τους, επειδή το χρήμα είναι γι’ αυτούς το παν. Αλλοι, να εγκαταλείψουν τη φιληδονία τους ή τον εγωϊσμό τους, τον φθόνο τους ή την πονηριά τους. Και κάποιοι άλλοι να απαγκιστρωθούν από κάποια πρόσωπα του κόσμου τούτου που τους απορροφούν όλο το ενδιαφέρον και τους κάνουν να ξεχνούν το Χριστό και την αιώνια ζωή. Η προσφορά του Κυρίου που ακούμε στο σημερινό ευαγγέλιο επαναλαμβάνεται συνέχεια μέσα στους αιώνες. Εμείς άραγε αδελφοί μου, καταλάβαμε ότι η αιώνια ζωή δεν κερδίζεται χωρίς μεγάλες θυσίες;